Η ονομασία προέρχεται από τον ύμνο του Αποδείπνου «Άσπιλε, Αμόλυντε, Άχραντε...» πού συνέθεσε ο μοναχός Παύλος της μονής Ευεργέτιδος. Η Αμόλυντος στην ορθόδοξη εικονογραφία ονομάζεται και Παναγία του Πάθους, γιατί ο Χριστός ενατενίζει τους δύο Αγγέλους που εικονίζονται εκατέρωθεν της Παναγίας και κρατούν στα χέρια τους τα σύμβολα του πάθους, δηλ. τον Σταυρό, τη Λόγχη και το Σπόγγο.
Η Παναγία στην εικόνα
αυτή κρατεί εδώ τον Χριστό δεξιά με το αριστερό χέρι της κάτω από τα γυμνά και
λυγισμένα στα γόνατα πόδια του και φέρει προστατευτικά στον ώμο του το δεξιό
της χέρι με τα μακριά και λεπτά δάκτυλά της. Ο Χριστός φωλιάζει στην αγκαλιά
της μητέρας Του, με το πρόσωπο γυρισμένο προς τον αρχάγγελο Γαβριήλ, που
εικονίζεται εδώ πολύ κοντά Του, προδεικνύοντας τα κύρια σύμβολα του Πάθους: τον
μεγάλο Σταυρό της μελλοντικής θυσίας Του και το στεφάνι του εμπαιγμού του. Το
παιδί τρομαγμένο απλώνει τα χέρια Του να πιαστεί από το ρούχο της Μητέρας Του·
κρατώντας ακόμη στο δεξιό το σφιχτά τυλιγμένο ειλητάριό Του. Σε ψηλότερο
επίπεδο πάνω από τον αριστερό ώμο της Παναγίας εικονίζεται επίσης ο Μιχαήλ κρατώντας
με την σειρά του την λόγχη, τον σπόγγο και το δοχείο με την χολή και το όξος
(ξύδι). Δεξιά από το φωτοστέφανο της Παναγίας γράφεται και η επωνυμία “Η
Αμόλυντος”. Καθώς και το επίγραμμα που από τα μέσα του 15ου αιώνα συνοδεύει
συχνά την Κρητική Παναγία του Πάθους και αναφέρεται στον αρχάγγελο Γαβριήλ:
“Ο ΤΟ ΧΑΙΡΕ ΠΡΙΝ ΤΗ
ΠΑΝΑΓΝΩ ΜΥΝΗΣΑΣ ΣΥΜΒΟΛΑ ΝΥΝ ΤΟΥ ΠΑΘΟΥΣ ΠΡΟΔΕΙΚΝΥΗ - ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕ ΘΝΗΤΗΝ ΣΑΡΚΑ
ΕΝΔΕΔΥΜΕΝΟΣ ΠΟΤΜΟΝ ΔΕΔΟΙΚΟΣ ΔΕΙΛΙΑ ΤΑΥΤΑ ΒΛΕΠΩΝ”.
Το εικονογραφικό σχήμα
του Παιδιού που κάθεται και στα δύο χέρια της Μητέρας Του γυρισμένο έντρομο
προς τον αρχάγγελο Γαβριήλ που βρίσκεται πολύ κοντά του και απλώνει τα χέρια
Του να πιαστεί από το μαφόρι της Παναγίας, δεν είναι τυχαίο. Προέρχεται από την
εικονογραφία της Υπαπαντής, όπως ζωγραφίζεται στο Πρωτάτο, στον Χριστό της
Βεροίας, στην επιζωγραφισμένη παράσταση του Χιλανδαρίου και στην Υπαπαντή του
αγίου Νικολάου του Ορφανού στην Θεσαλλονίκη. Στον τύπο της Υπαπαντής ο Χριστός
είναι στα χέρια της Παναγίας με λυγισμένα τα γόνατα και απλωμένα τα χέρια προς
την Μητέρα Του. Το κεφάλι Του γυρίζει με την ίδια έκφραση φόβου προς το γέροντα
Συμεών. Τα πόδια Του, που εντάσσονται στην ίδια σημειολογία του Πάθους, είναι
γυμνά.
Οι συσχετίσεις αυτές
των δύο εικονογραφικών σχημάτων της παλαιολόγιας Υπαπαντής και της Παναγίας του
Πάθους αποδεικνύουν την εξάρτηση της δημιουργίας του ιδιαίτερου αυτού τύπου από
την Υπαπαντή. Η οποία εξάρτηση υπαγορεύει την ένταξή της σε δοκιμαστικό ακόμη
στάδιο διαμόρφωσης του τύπου της Παναγίας του Πάθους.
Η άποψη αυτή
ενισχύεται και από το γεγονός ότι ο ιδιαίτερος αυτός τύπος, παρά το
ολοκληρωμένο και συγκροτημένο σχήμα του, δεν καθιερώνεται τελικά, καθώς η
παράσταση παραμένει σπάνια. Αυτό ίσως σημαίνει ότι είναι προγενέστερη ή
τουλάχιστον παράλληλη χρονικά με την Παναγία του Πάθους, που καθιερώνεται από
τον Κρητικό ζωγράφο του δευτέρου μισού του 15ου αιώνα Ανδρέα Ρίντζο.
Στην ένταξη αυτή συνηγορούν άλλωστε και τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά του έργου, το οποίο μένει ακόμη κοντά στα παλαιολόγια πρότυπα με την μορφή που αυτά παίρνουν στην πρώιμη Κρητική ζωγραφική των εικόνων.