Η πρόσφατη υπογραφή συμφωνίας οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας και Ισραήλ (μετά την Αίγυπτο και το Λίβανο) συνιστά ένα ακόμη βήμα προς τη διεθνή κατοχύρωση κυριαρχικών δικαιωμάτων του Κυπριακού κράτους στις θαλάσσιες του ζώνες. Η συμφωνία αυτή έχει υπομνήσει την επιτακτική ανάγκη κατοχύρωσης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου και Ελλάδος στην θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κύπρου και Καστελλορίζου. Η απουσία συμφωνίας, μεταξύ Ελλάδος και Κυπριακής Δημοκρατίας, για τον καθορισμό Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης δημιουργεί μία γκρίζα ζώνη με ορατό το ενδεχόμενο αυτό το κενό να καλυφθεί από μία συμφωνία καθορισμού της ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Αιγύπτου. Ήδη, η κυβέρνηση της Αιγύπτου αποφάσισε να αρχίσει διαπραγματεύσεις με την Τουρκία πάνω σε αυτό το θέμα αποδεχόμενη, εκ των πραγμάτων ότι το Καστελόριζο δεν έχει υφαλοκρηπίδα. Αυτή η πιθανότητα, σε περίπτωση που εξελιχθεί σε γεγονός θα έχει ως συνέπεια, εκτός από την απώλεια του φυσικού πλούτου νοτίως του Καστελλορίζου και ανατολικώς της Κρήτης, να αποτελέσει την αλυσίδα αμφισβήτησης ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο Αιγαίο, που είναι άλλωστε πάγια στρατηγική επιδίωξη της Τουρκίας. Πριν από δύο χρόνια, όταν η Τουρκία προκάλεσε μία περιορισμένης κλίμακας κρίση με την ενέργειά της να κάνει έρευνα για πετρέλαια 80 μίλια νότια του Καστελλορίζου, με νορβηγικό πλοίο, επεξέτεινε τη στρατηγική των διεκδικήσεων της στο Αιγαίο, και στην περιοχή μεταξύ Κύπρου και Καστελορίζου. Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτές οι περιοδικές κρίσεις δεν πρέπει να εκλαμβάνονται ως πολιτικές συμπτώσεις ή σπασμωδικές αντιδράσεις κάποιων φιλοπόλεμων κύκλων του στρατιωτικού κατεστημένου της Άγκυρας, αλλά προσχεδιασμένες κινήσεις τακτικής που εξυπηρετούν συγκεκριμένο στρατηγικό στόχο δηλαδή την διαρκή αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδος της Κύπρου επί συγκεκριμένων θαλασσίων ζωνών.
Για την Ελλάδα το πρόβλημα του Αιγαίου περιορίζεται στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, δηλαδή στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του βυθού και του υπεδάφους του στο θαλάσσιο χώρο πέρα από τα ελληνικά χωρικά ύδατα και η διαδικασία που προτείνει είναι η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, σε αντίθεση με την Τουρκία η οποία επιδιώκει πολιτική λύση, δηλαδή στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας πέρα από τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, με βάση τη διμερή διαπραγμάτευση. Το κομβικό σημείο της Τουρκικής διεκδίκησης είναι ο ισχυρισμός ότι τα νησιά του Αιγαίου δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ως εκ τούτου η οριοθέτησή της θα πρέπει να γίνει με βάση τη μέση γραμμή από βορρά προς νότο, μεταξύ τουρκικών παραλίων και των παραλίων της ηπειρωτικής Ελλάδος. Σε περίπτωση υιοθέτησης αυτής της λύσης συνεπάγεται ότι τα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου θα περιβάλλονται από τουρκική υφαλοκρηπίδα με τις όποιες συνέπειες για την ασφάλειά τους. Επιπλέον, τέτοια εξέλιξη δημιουργεί ένα ντόμινο τουρκικών διεκδικήσεων, όπως χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος και αποκλειστική οικονομική ζώνη. Σε ό,τι αφορά την περιοχή μεταξύ Καστελλορίζου και Κύπρου, ο βραχυπρόθεσμος τακτικός στόχος της Τουρκίας είναι να αναγκάσει την Ελλάδα να αναδιπλώνεται για να δείξει τη θέση της για τις συντεταγμένες της υφαλοκρηπίδας. Ο λόγος είναι απλός. Η Τουρκία έχει ήδη οριοθετήσει αυθαίρετα την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη την οποία διεκδικεί μεταξύ Καστελλορίζου και Κύπρου καθώς επίσης έχει ορίσει επί χάρτου τρεις περιοχές έρευνας για την Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων (ΤΡΑΟ). Μία εξ αυτών ήταν σε εκείνη που διεξήγαγε τις έρευνες, πριν από δύο χρόνια, το Νορβηγικό σκάφος και η οποία εφάπτεται της υφαλοκρηπίδας του Καστελορίζου. Μακροπρόθεσμα, η Άγκυρα επιχειρεί να εξασφαλίσει δύο τακτικά σημεία που θα τις επιτρέψουν να προχωρήσει σε υλοποίηση του στρατηγικού της στόχου: α) την αποδοχή εκ μέρους της Ελλάδας της ύπαρξης περισσοτέρων της μίας διαφορών στο Αιγαίο, β) την αποδοχή εκ μέρους της Ελλάδας της ύπαρξης γκρίζων ζωνών και συγκατάθεσής της για παραπομπή του ζητήματος στο Διεθνές Δικαστήριο ν’ αποφανθεί για την κυριαρχία σε δεκάδες νησιά και βραχονησίδες που ανήκουν στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένου και του Καστελορίζου. Το βασικό επιχείρημα της Άγκυρας παραπέμπει στο σύνδρομο της Συνθήκης των Σεβρών ότι δηλαδή στρατηγικός στόχος της Ελλάδας είναι να εγκλωβίσει την Τουρκία στα δικά της χωρικά ύδατα ούτως ώστε να ελέγξει τα τρία βασικά λιμάνια της Τουρκίας (Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Μερσίνα) καθώς επίσης και τις ναυτικές οδούς που εξασφαλίζουν τη διασύνδεση της Τουρκίας με τον κόσμο και κατ’ επέκταση να μετατρέψει την Τουρκία σε κράτος ξηράς, όπως επεχείρησαν οι δυτικές δυνάμεις με τη Συνθήκη των Σεβρών. Για τη δε θαλάσσια περιοχή μεταξύ Καστελορίζου και Κύπρου, η Τουρκία φοβάται ότι αν Αθήνα και Λευκωσία επιβάλουν ότι η εν λόγω περιοχή βρίσκεται εντός του τομέα θαλασσίων αρμοδιοτήτων των χωρών - μελών της Ε. Ε., τότε με τον τρόπο αυτό θα παραιτηθεί από τις διεκδικήσεις της σχετικά με τις οικονομικές ζώνες στην Ανατολική Μεσόγειο. Συνεπώς, είναι στρατηγικής σημασίας να γίνει συντονισμός διπλωματικών ενεργειών στη βάση της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θαλάσσης (1982) μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας για να κατοχυρωθεί το δικαίωμα των δύο κρατών να έχουν κοινά θαλάσσια σύνορα. Επομένως είναι σημαντικό, η Ελλάδα να εγκαταλείψει το απηρχαιωμένο αίτημα για καθορισμό της υφαλοκρηπίδας και να υιοθετήσει αυτό που εισήγαγε η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θαλάσσης δηλαδή να προχωρήσει απευθείας σε καθορισμό ΑΟΖ με την Κυπριακή Δημοκρατία. Κατά αυτόν τον τρόπο θα ενισχυθεί η θέση της Ελλάδος για τις Ελληνοτουρκικές διαφορές στο Αιγαίο καθώς επίσης θα ενισχυθεί και η θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας που έχει δώσει άδεια έρευνας πετρελαίων σε διεθνείς εταιρίες στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη.
Για την Ελλάδα το πρόβλημα του Αιγαίου περιορίζεται στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, δηλαδή στο δικαίωμα εκμετάλλευσης του βυθού και του υπεδάφους του στο θαλάσσιο χώρο πέρα από τα ελληνικά χωρικά ύδατα και η διαδικασία που προτείνει είναι η προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, σε αντίθεση με την Τουρκία η οποία επιδιώκει πολιτική λύση, δηλαδή στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας πέρα από τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, με βάση τη διμερή διαπραγμάτευση. Το κομβικό σημείο της Τουρκικής διεκδίκησης είναι ο ισχυρισμός ότι τα νησιά του Αιγαίου δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ως εκ τούτου η οριοθέτησή της θα πρέπει να γίνει με βάση τη μέση γραμμή από βορρά προς νότο, μεταξύ τουρκικών παραλίων και των παραλίων της ηπειρωτικής Ελλάδος. Σε περίπτωση υιοθέτησης αυτής της λύσης συνεπάγεται ότι τα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου θα περιβάλλονται από τουρκική υφαλοκρηπίδα με τις όποιες συνέπειες για την ασφάλειά τους. Επιπλέον, τέτοια εξέλιξη δημιουργεί ένα ντόμινο τουρκικών διεκδικήσεων, όπως χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος και αποκλειστική οικονομική ζώνη. Σε ό,τι αφορά την περιοχή μεταξύ Καστελλορίζου και Κύπρου, ο βραχυπρόθεσμος τακτικός στόχος της Τουρκίας είναι να αναγκάσει την Ελλάδα να αναδιπλώνεται για να δείξει τη θέση της για τις συντεταγμένες της υφαλοκρηπίδας. Ο λόγος είναι απλός. Η Τουρκία έχει ήδη οριοθετήσει αυθαίρετα την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη την οποία διεκδικεί μεταξύ Καστελλορίζου και Κύπρου καθώς επίσης έχει ορίσει επί χάρτου τρεις περιοχές έρευνας για την Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίων (ΤΡΑΟ). Μία εξ αυτών ήταν σε εκείνη που διεξήγαγε τις έρευνες, πριν από δύο χρόνια, το Νορβηγικό σκάφος και η οποία εφάπτεται της υφαλοκρηπίδας του Καστελορίζου. Μακροπρόθεσμα, η Άγκυρα επιχειρεί να εξασφαλίσει δύο τακτικά σημεία που θα τις επιτρέψουν να προχωρήσει σε υλοποίηση του στρατηγικού της στόχου: α) την αποδοχή εκ μέρους της Ελλάδας της ύπαρξης περισσοτέρων της μίας διαφορών στο Αιγαίο, β) την αποδοχή εκ μέρους της Ελλάδας της ύπαρξης γκρίζων ζωνών και συγκατάθεσής της για παραπομπή του ζητήματος στο Διεθνές Δικαστήριο ν’ αποφανθεί για την κυριαρχία σε δεκάδες νησιά και βραχονησίδες που ανήκουν στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένου και του Καστελορίζου. Το βασικό επιχείρημα της Άγκυρας παραπέμπει στο σύνδρομο της Συνθήκης των Σεβρών ότι δηλαδή στρατηγικός στόχος της Ελλάδας είναι να εγκλωβίσει την Τουρκία στα δικά της χωρικά ύδατα ούτως ώστε να ελέγξει τα τρία βασικά λιμάνια της Τουρκίας (Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, Μερσίνα) καθώς επίσης και τις ναυτικές οδούς που εξασφαλίζουν τη διασύνδεση της Τουρκίας με τον κόσμο και κατ’ επέκταση να μετατρέψει την Τουρκία σε κράτος ξηράς, όπως επεχείρησαν οι δυτικές δυνάμεις με τη Συνθήκη των Σεβρών. Για τη δε θαλάσσια περιοχή μεταξύ Καστελορίζου και Κύπρου, η Τουρκία φοβάται ότι αν Αθήνα και Λευκωσία επιβάλουν ότι η εν λόγω περιοχή βρίσκεται εντός του τομέα θαλασσίων αρμοδιοτήτων των χωρών - μελών της Ε. Ε., τότε με τον τρόπο αυτό θα παραιτηθεί από τις διεκδικήσεις της σχετικά με τις οικονομικές ζώνες στην Ανατολική Μεσόγειο. Συνεπώς, είναι στρατηγικής σημασίας να γίνει συντονισμός διπλωματικών ενεργειών στη βάση της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θαλάσσης (1982) μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας για να κατοχυρωθεί το δικαίωμα των δύο κρατών να έχουν κοινά θαλάσσια σύνορα. Επομένως είναι σημαντικό, η Ελλάδα να εγκαταλείψει το απηρχαιωμένο αίτημα για καθορισμό της υφαλοκρηπίδας και να υιοθετήσει αυτό που εισήγαγε η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θαλάσσης δηλαδή να προχωρήσει απευθείας σε καθορισμό ΑΟΖ με την Κυπριακή Δημοκρατία. Κατά αυτόν τον τρόπο θα ενισχυθεί η θέση της Ελλάδος για τις Ελληνοτουρκικές διαφορές στο Αιγαίο καθώς επίσης θα ενισχυθεί και η θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας που έχει δώσει άδεια έρευνας πετρελαίων σε διεθνείς εταιρίες στην Αποκλειστική Οικονομική της Ζώνη.
Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)