Η διπλή επίθεση των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων σε
τζιχαντιστές του (ISIS) και Κούρδους μαχητές στη Συρία, στα τέλη Ιουλίου,
μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τον περιφερειακό ρόλο του μόνου ισλαμικού κράτους -
μέλους του ΝΑΤΟ, την ώρα που αναζωπυρώνεται η συζήτηση γύρω από τη διεθνή
τρομοκρατία.
Ως παρενέργεια αυτής της κίνησης, θα μπορούσε να θεωρηθεί
η πρόκληση χάους στην ίδια την Τουρκία, απειλώντας να διαρρήξει τη συνεχώς
αυξανόμενη συνεργασία Άγκυρας – Μόσχας την τελευταία δεκαετία.
Επισήμως, το casus belli κατά του ISIS
ξεκίνησε μετά τη βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας στις 20 Ιουλίου στην τουρκική
πόλη Suruç, κοντά στα σύνορα με τη Συρία, όπου σκοτώθηκαν 32 ακτιβιστές
υποστηρικτές του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (ΡΚΚ) χαρακτηρισμένου από
την Άγκυρα ως "τρομοκρατική οργάνωση". Το PKK έχει άμεση σχέση με την
κουρδική οργάνωση Λαϊκές Μονάδες Προστασίας (YPG), που αγωνίζεται κατά των
τζιχαντιστών του ISIS στη Συρία.
Μεγάλη ανησυχία προκάλεσε η εντολή του προέδρου της
Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για τη συνέχιση των επιχειρήσεων. Η
αντιτρομοκρατική επιχείρηση σκούπα της τουρκικής αστυνομίας σε όλη τη χώρα,
(συνελήφθησαν πάνω από 1300 ύποπτοι για διασυνδέσεις με τους τζιχαντιστές του
Ισλαμικού Κράτους ή με τους αντάρτες του PKK) εμφανίστηκε ως απάντηση στην
άμεση απειλή της τρομοκρατίας. Ωστόσο, έξι στους επτά συλληφθέντες δεν ήταν
συνδεδεμένοι με το ISIS, αλλά με το PKK. Το ίδιο ύποπτες είναι και οι
εξορμήσεις των τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών από τις 23 έως τις 26 Ιουλίου.
Ενώ βομβάρδισαν μόνο τρεις στόχους του ISIS, χτύπησαν πάνω από 400 στόχους του
PKKκαι του YPG.
Πόλεμος Ερντογάν
κατά Κούρδων
Στο ερώτημα γιατί τα τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη έθεσαν
στο στόχαστρό του, τους αντάρτες του PKK απαντά ο Βίκτορ Ναντέιν –Ραγιέφσκι,
ερευνητής στο Ινστιτούτο Παγκόσμιας Οικονομίας και Διεθνών Σχέσεων της Ρωσικής
Ακαδημίας Επιστημών, σκιαγραφώντας την πολυπλοκότητα των σχέσεων μεταξύ Άγκυρας
και Κούρδων:
«Πριν από το 2002, οι Κούρδοι ήταν σε διαφορετική θέση. Η
κουρδική γλώσσα, όπως και κάθε άλλης μειονότητας της, ήταν απαγορευμένη. Μόνο
για τα κουρδικά τραγούδια θα μπορούσε κανείς να φυλακιστεί για 10 και πλέον
χρόνια- ποινή μεγαλύτερη και από την κατηγορία για «αποσχιστικές τάσεις». Με τη
διακυβέρνηση Ερντογάν οι Κούρδοι είχαν τη δυνατότητα για δική τους τηλεόραση,
ραδιόφωνο, εφημερίδες. Ήταν ένα πολύ σημαντικό βήμα προς τα εμπρός».
«Αλλά ο Ερντογάν σταμάτησε τις μεταρρυθμίσεις κι αναβίωσε
τη νοσταλγία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προωθώντας την τάση του
«νεο-οθωμανισμού. Δεν ήταν όμως καθόλου καλή ιδέα, διότι για τους Κούρδους, η
Οθωμανική Αυτοκρατορία συνδέεται με ένα αδίστακτο καθεστώς. Εξίσου προσβλητική
ήταν και για τους Άραβες».
Σύμφωνα με τον Ναντέιν – Ραγιέφσκι, τα πράγματα έχουν
αλλάξει προς το χειρότερο μετά τις βουλευτικές εκλογές της 7ης Ιουνίου, όπου το
φιλοκουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών» (HDP) κέρδισε το 13% των ψήφων,
στερώντας από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης τη δυνατότητα
σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης, και ακυρώνοντας το στόχο του Ερντογάν για
αλλαγή του Συντάγματος και μετατροπή του πολιτεύματος σε προεδρική
δημοκρατία.
Διπλό χτύπημα
Μετά τη συντριβή ο Ερντογάν αντεπιτέθηκε θεωρώντας
επικίνδυνη την άνοδοτου HDP στο πλαίσιο της νέας πραγματικότητας, όπου οι Σύροι
Κούρδοι έχουν αποκτήσει αυτονομία από τον πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ, ενώ το
Ιρακινό Κουρδιστάν απολαμβάνει ένα καθεστώς σχεδόν κυρίαρχου εδάφους, με πολλά
χαρακτηριστικά κρατικής υπόστασης.
Ήταν επίσης ένα διπλό χτύπημα: Ο ηγέτης του HDP Σελαχεντίν
Ντεμιρτάς τέθηκε υπό τον έλεγχο των υπηρεσιών ασφαλείας, ενώ οι κουρδικές
οργανώσεις αντιμετωπίζονται πλέον ως δυνάμει προδοτικές και ότι συγκαλύπτουν
τρομοκρατικές τακτικές του ΡΚΚ (εχθροπραξίες που έχουν στοιχίσει τη ζωή σε
40.000 ανθρώπους τα τελευταία 40 χρόνια). Παράλληλα, οι τουρκικές δυνάμεις
βομβάρδισαν θέσεις του YPG στο εσωτερικό της Συρίας.
Παρά τις επίσημες διακηρύξεις, οι εξελίξεις αυτές
εντείνουν τις εικασίες ότι ο Ερντογάν δεν διεξάγει έναν πόλεμο πλήρους κλίμακας
εναντίον της ISIS, ενισχύοντας τις εκτιμήσεις ότι η αμέλεια που είχε επιδείξει
ο Ερντογάν προς το ISIS είχε ως κίνητρο τον υπολογισμό, ότι οι ισλαμιστές
ριζοσπάστες έκαναν την «βρώμικη δουλειά», εξυπηρετώντας πολλούς στρατηγικούς
στόχους της κυβέρνησής του.
Η Άγκυρα επιδιώκει, πρώτον την αποδυνάμωση του Μπασάρ Αλ
Άσαντ, ανοίγοντας πιθανώς το δρόμο για ένα φιλο-τουρκικό καθεστώς, και,
δεύτερον, να αποτρέψει του Κούρδους της Συρίας από το να ακολουθήσουν τους
ιρακινούς συγγενείς τους, σχηματίζοντας ένα κρατικό μόρφωμα που θα μαγνητίζει
τους Τούρκους αδελφούς τους.
Παρά το γεγονός ότι η Τουρκίας, μπορεί να καυχηθεί ότι
έχει το δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ, είναι αντιμέτωπη με πάρα πολλές
προκλήσεις. Η υπομονή του πληθυσμού ήδη εξαντλείται μετην επιβράδυνση της
οικονομίας, ενώ η δημοτικότητα του Ερντογάν έχει κάνει μια τεράστια βουτιά από
το 71% σε λιγότερο από 38%.
Η Μόσχα ανησυχεί
Στο φινάλε θα μπορούσαμε να δούμε ανακατατάξεις σε
ολόκληρη την περιοχή. ΟΙ Κούρδοι με ενισχυμένη αίσθηση της εθνικής ενότητας, θα
επηρεάσουν τη μεταπολεμική ατζέντα απαιτώντας μια δίκαιη λύση στο πρόβλημά
τους. Η ανάδυση ενός ενωμένου Κουρδιστάν φαίνεται τώρα ως ένα πιο αληθοφανές
σενάριο από ό,τι πριν εξαπολύσει ο Ερντογάν την επίθεσή του.
Η Μόσχα έχει λόγους να ανησυχεί, λόγω των αμοιβαία
επωφελών οικονομικών σχέσεων με την Τουρκία, σε δύο μεγάλα έργα: το πρόγραμμα
πυρηνικής ενέργειας στη Μερσίνα, που θα κατασκευαστεί από την Rosatom, και του
τουρκικού αγωγού με ρωσικό φυσικό αέριο, που θα κατασκευαστεί από την Gazprom.
Μία Τουρκία σε αναταραχή και αποσταθεροποίηση δεν είναι αυτό που θέλει η Μόσχα,
η οποία έχει να χάσει πολλά, αν η πολιτική νεο-ιμπεριαλισμού του Ερντογάν,
οδηγηθεί σε αδιέξοδο
Οι τουρκικές επιχειρήσεις αποδεικνύουν τα όρια του
παγκόσμιου πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Είναι ακόμα ένα δίκοπο μαχαίρι που
μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα αλλά και προπέτασμα καπνού για να
συντριβεί ηδιαφωνία και η αντιπολίτευση στο εσωτερικό. Αξίζει να σημειωθεί ότι,
ο Πρόεδρος Ερντογάν μόλις ολοκλήρωσε την επίσκεψή του στην Κίνα, όπου δεν
μπορούσε να μην συζητήσει το θέμα της ισλαμιστών αυτονομιστών της Αυτόνομης
Περιφέρειας των Ουγούρων. Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι οι Κινέζοι δεν είναι
πρόθυμοι να ακολουθήσουν τις καθιερωμένες τουρκικές μεθόδους απέναντι σε
τέτοιες εσωτερικές προκλήσεις.