–Γέροντα, ποιά εἰκόνα τῆς Παναγίας τὴν ἀποδίδει περισσότερο;
–Ἡ Παναγία ἡ Ἱεροσολυµίτισσα. Μία φορὰ τὴν εἶδα ἐκεῖ στὸ Καλύβι, στὴν Παναγούδα … Ἄν σοῦ τὸ πῶ, σὲ πόσους θὰ τὸ πῆς;
–Σὲ κανέναν, Γέροντα.
–Λοιπόν, εἶδα σὲ ὄραµα ὅτι θὰ πήγαινα µακρινὸ ταξίδι καὶ ἔπρεπε νὰ ἑτοιµάσω τὰ χαρτιά µου, διαβατήριο, συνάλλαγµα κ.λπ., ἀλλὰ οἱ ὑπάλληλοι δὲν µοῦ ἔκαναν τὰ χαρτιά. Ἐκεῖ ἦταν πολλοὶ ἄνθρωποι, ὅµως δὲν ὑπῆρχε κανεὶς νὰ µὲ βοηθήση. «Ποιός θὰ µὲ βοηθήση; λέω. Μὰ δὲν βρίσκεται κανένας, γιὰ νὰ ἐνδιαφερθῆ;». Εἶχα µιὰ ἀγωνία!… Καὶ ξαφνικὰ παρουσιάζεται µία Γυναίκα µὲ λαµπερὸ πρόσωπο, ντυµένη στὰ χρυσαφένια.
Εἶχε µία ὡραιότητα! Ἄστραφτε ὁλόκληρη! «Μὴν ἀνησυχῆς, ἐγὼ θὰ σὲ βοηθήσω· ὁ Γυιός µου εἶναι Βασιλιάς», µοῦ λέει καὶ µἐ χτύπησε ἁπαλὰ στὸν ὦµο. Παίρνει τὰ χαρτιὰ καὶ µὲ µιὰ κίνηση τὰ βάζει στὸν κόρφο Της. Ὤ, τί κίνηση ἦταν ἐκείνη! Ὕστερα µοῦ εἶπε: «Θὰ περάσετε δύσκολες ἡµέρες», καὶ µοῦ ἀνέφερε κάτι ποὺ ἔπρεπε νὰ κάνω κι ἐγώ. Μετὰ ἀπὸ καιρὸ εἶδα τὴν Παναγία τὴν Ἱεροσολυµίτισσα σὲ ἕνα βιβλίο καὶ τὴν ἀναγνώρισα.
Εἶχε µία ὡραιότητα! Ἄστραφτε ὁλόκληρη! «Μὴν ἀνησυχῆς, ἐγὼ θὰ σὲ βοηθήσω· ὁ Γυιός µου εἶναι Βασιλιάς», µοῦ λέει καὶ µἐ χτύπησε ἁπαλὰ στὸν ὦµο. Παίρνει τὰ χαρτιὰ καὶ µὲ µιὰ κίνηση τὰ βάζει στὸν κόρφο Της. Ὤ, τί κίνηση ἦταν ἐκείνη! Ὕστερα µοῦ εἶπε: «Θὰ περάσετε δύσκολες ἡµέρες», καὶ µοῦ ἀνέφερε κάτι ποὺ ἔπρεπε νὰ κάνω κι ἐγώ. Μετὰ ἀπὸ καιρὸ εἶδα τὴν Παναγία τὴν Ἱεροσολυµίτισσα σὲ ἕνα βιβλίο καὶ τὴν ἀναγνώρισα.
–Κάποιος, Γέροντα, µᾶς ρώτησε: «Ἀφοῦ ἡ σωτηρία µας εἶναι στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, γιατί, ὅταν ἐπικαλούµαστε τὴν Παναγία, λέµε: “Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡµᾶς”»;
–Ἂς ποῦµε, µιὰ γυναίκα ἔχει γειτόνισσα τὴν µάνα ἑνὸς ὑπουργοῦ καὶ τὴν παρακαλεῖ νὰ φροντίση, ὥστε νὰ βρεθῆ µιὰ δουλειὰ γιὰ τὸ παιδί της. Ἡ γειτόνισσα προθυµοποιεῖται, ὄµως δὲν θὰ βρῆ ἡ ἴδια τὴν δουλειά, ἀλλὰ θὰ παρακαλέση τὸν γυιό της, ποὺ ὡς ὑπουργὸς ἔχει αὐτὴν τὴν δυνατότητα καὶ θὰ κάνη τὸ χατίρι τῆς µάνας του. Ἔτσι κι ἐµεῖς, παρακαλοῦµε τὴν Παναγία νὰ µᾶς σώση καὶ ἡ Παναγία παρακαλεῖ τὸν Γιό Της ποὺ ἔχει αὐτὴν τὴν δύναµη. Καὶ Ἐκεῖνος τῆς κάνει τὸ χατίρι, γιατί ἀγαπάει πολὺ τὴν Μητέρα Του.
–Γέροντα, στὴν Παναγία προσεύχοµαι µἐ περισσότερη ἄνεση ἀπὸ ὅ,τι στὸν Χριστό. Μήπως αὐτὸ εἶναι ἀνευλάβεια;
– Κι ἐγὼ ἔτσι νιώθω. Ἀπὸ πολὺ σεβασµὸ στὸν Χριστό, νιώθω περισσότερη ἄνεση στὴν Παναγία, ὅπως καὶ τὰ παιδιὰ – καὶ µεγάλα ἀγόρια νὰ εἶναι – πηγαίνουν στὴν µάνα µἐ περισσότερο θάρρος ἀπὸ ὅ,τι στὸν πατέρα, ἀπὸ σεβασµὸ πρὸς τὸν πατέρα. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν πραγµατικὴ εὐλάβεια καὶ σεβασµὸ στὸν Χριστό, συστέλλονται µπροστὰ στὸν Χριστό, ἐνῶ στὴν Παναγία ἔχουν περισσότερο θάρρος καὶ τὴν πλησιάζουν ἄνετα, γιατί ἡ Παναγία ἀνήκει στὸ γένος τὸ ἀνθρώπινο.
–Καµµιὰ φορά, Γέροντα, ὅταν κάνω µετάνοιες, ψάλλω τὴν Παράκληση τῆς Παναγίας ἢ λέω τοὺς Χαιρετισµούς. Μήπως, ὅταν κάνω µετάνοιες, πρέπει νὰ λέω µόνον τὴν εὐχή;
–Ὄχι, κάνε ὅπως ἀναπαύεσαι, γιατί καὶ ἡ Παναγία στὸν Χριστὸ τὰ πηγαίνει ὅλα, ἀλλὰ καὶ µὲ τὴν στοργὴ καὶ τὴν τρυφερότητά Της γεµίζει τὴν ψυχή µας ἀπὸ ἀγάπη καὶ ἔρωτα πρὸς τὸν Χριστό. Ἐγὼ παρακαλῶ τὴν Παναγία νὰ µοῦ πάρη τὴν καρδιὰ καί, ἀφοῦ πρῶτα τὴν καθαρίση, νὰ τὴν κόψη στὰ τέσσερα: Τρία κοµµάτια νὰ δώση στὴν Ἁγία Τριάδα καὶ ἕνα κοµµάτι νὰ κρατήση Ἐκείνη.
–Γέροντα, ὅταν λέω τὴν εὐχή, µπορεῖ νὰ περάση πολλὴ ὥρα καὶ νὰ µὴν κάνω κανένα κοµποσχοίνι στὴν Παναγία, γιατί δὲν µπορῶ νὰ ἀφήσω τὸ ὄνοµα τοῦ Χριστοῦ.
–Φοβᾶσαι µήπως παρεξηγηθῆ ἡ Παναγία; Εὐλογηµένη, δὲν εἴπαµε ὅτι οἱ προσευχὲς πρὸς τὴν Παναγία καὶ πρὸς ὅλους τοὺς Ἁγίους ἀπευθύνονται στὸν Χριστό; Νὰ κάνης ὅπως νιώθεις. Δὲν παρεξηγεῖται ἡ Παναγία οὔτε οἱ Ἅγιοι.
–Γέροντα, σὲ µιὰ ἀτοµικὴ ἀγρυπνία ποὺ τὴν ἀφιερώνω στὴν Παναγία τί νὰ κάνω;
–Νὰ συλλογίζεσαι προηγουµένως τὴν Παναγία. Σ᾽ αὐτὸ µποροῦν νὰ σὲ βοηθήσουν καὶ µερικὰ τροπάρια ἀπὸ τὴν Παράκληση τῆς Παναγίας ἢ ἀπὸ τὸ Θεοτοκάριο ἢ ἀπὸ τὸν Ἀκάθιστο Ὕµνο. Μετὰ νὰ συνεχίσης µὲ εὐχή καὶ ὅ,τι ἄλλο σοῦ φανεῖ κατάλληλο.
Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου,
«ΛΟΓΟΙ, τόμ. Ϛ´, Περὶ Προσευχῆς»
ἔκδ. Ἱ. Ἡσυχαστηρίου «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος»,
Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 2012, σελ. 83-85