Ο ήλιος έπεφτε στην
δύσι. Τα πρωϊνά του Όρους είναι μυρωμένα· μαγεμένα. Το σκοτάδι της νύκτας
διαλύεται, ενώ οι μοναχοί βρίσκονται στα Καθολικά των Ιερών Μονών, λέγοντας το
«Δόξα σοι τω δείξαντι το φως...».
Το διώχνουν θά 'λεγε
κανείς οι γλυκύτατες μελωδικές φωνές, τα γλυκόηχα κτυπήματα των σημάντρων και
τα ζεστά κτυπήματα των ταλάντων. Αλλά και τ' απογευματινά στο Όρος είναι
γεμάτα γαλήνη. Πέρασε μια μέρα πάλης και η νύκτα τώρα απλώνει το πέπλο της,
μέσα στο οποίο ο μοναχός θα κρύψη πολλούς αγώνες, άφθονα δάκρυα και πολλές
πνευματικές ασκήσεις.
Πέφτει ο ήλιος, αλλά
ο ήλιος που υπάρχει στην καρδιά των ασκητών δεν σβήνει. Μια διαρκής φωτόλουστη
μέρα υπάρχει στην ολοκάθαρη καρδιά τους, χωρίς τα σύννεφα των παθών. Ω! τα
δειλινά του Όρους! Δειλινά γεμάτα «μαγεία», γεμάτα Χάρι, τυλιγμένα στην σιωπή.
Μετά τον εσπερινό
μερικοί αθλητές, με αργές κινήσεις, με πρόσωπο σκυμμένο στην γη, βγαίνουν από
τα Καθολικά των Ιερών Μονών ή από τα μικρά εκκλησάκια των σπιτιών τους έξω στην
φύσι για να ξεκουραστούν λίγο, κάθονται σε ένα λίθινο πεζούλι και αδολεσχούν στην
προσευχή, στο γλυκύτατο όνομα του Χριστού.
Θέλουν και επιμένουν
να το γράψουν στην καρδιά τους με τα χρυσά της προσευχής γράμματα. Οι ώρες
αυτές της γαλήνης, που και η φύσι ηρεμεί, που μόνον η θάλασσα μερικές φορές
ακούγεται να παίζη με τα βράχια, που ο Βασιλιάς ήλιος χρωματίζει τον ουρανό με
όλα τα χρώματα, με συνεπαίρνουν.
Η φύσι στο Όρος έχει
μια άλλη χάρι, απαύγασμα και αυτή της προσευχής και της αγιότητος. Ναι, η
άκτιστη Χάρι περνά απ' την ψυχή στο σώμα κι απλώνεται και στην άλογο φύσι και
σ' όλη την δημιουργία. Τίποτε το άγριο δεν υπάρχει εκεί ή τουλάχιστον δεν το
βλέπεις σαν άγριο· όλα είναι ήρεμα. Όλη την νύκτα και την μέρα το Όρος φλέγεται
από την προσευχή.
Και αυτή η φύσι
ημερεύει απ' τις καλλικέλαδες φωνές των μοναχών, τα γλυκόηχα σήμαντρα και από
την υπακοή! «Εδώ και ύδατα καλλίρροα και αήρ ευκραέστατος και αύρα ποντιάς, το
περιέχον ημάς καταψύχουσα· άλση τε συνηρεφή και κατάσκια πανταχόθεν και χλόη
αειθαλής, την όρασιν κατατέρπουσα· φυτών δε είδη παντοία, ελαίαι, άμπελοι,
δάφναι, μυρσίναι. Σιγώ τάλλα, τα μεν εις τροφήν, τα δε εις τρυφήν, γης
υγιαινούσης βλαστήματα· και πτηνών στίφη καλλικελάδων, εν οις πολλή η αηδών και
ο κόσσυφος και η χελιδών, ταις φωναίς των τήδε κακείσε περπόντων και επ' αδεία
μελετώντων μουσοτρόφων τούτων νεανίσκων συναμιλλώμενα» (Ευγένιος Βούλγαρις).
Δεν με ελκύει πολύ η
φύσι, αλλά η φύσι του Αγίου Όρους έχει μια άλλη χάρι. Ίσως γιατί την βλέπει
κανείς μέσα απ' την προοπτική των θεωμένων μοναχών και φωτίζεται. Ίσως γιατί
την θεωρεί όχι με το μάτι ή το μυαλό, αλλά με την θεωμένη καρδιά. Και η καρδιά
ξέρει να αγαπά και να εκτιμά. Ίσως συντελεί πολύ η ησυχία, μ' όλη την σημασία
της, γιατί «άφροντις βίος δια την εις Θεόν ελπίδα φυσικώς κινεί την ψυχήν προς κατανόησιν
των κτισμάτων του Θεού»
(Άγ. Γρηγόριος Παλαμάς)