Οἱ
Ἰσραηλίτες ὑπὸ τὴν ἀσφαλῆ καθοδήγηση τοῦ θεοφώτιστου καὶ ἐκλεκτοῦ
τους ἡγέτη Μωυσῆ, ἔχοντας κατανικήσει τοὺς Ἀμορραίους καὶ ἄλλους
λαοὺς τῆς Χαναάν, ἔφτασαν μπροστὰ στὴ χώρα τῶν Μωαβιτῶν. Τὰ νέα γιὰ τὶς
σαρωτικές τους νίκες εἶχαν διαδοθεῖ σὰν ἀστραπή. Πανικόβλητος
ὁ Βαλάκ, βασιλιὰς τῆς Μωάβ, ἀναζήτησε τρόπους νὰ ἀποσοβήσειτὸν κίνδυνο
ἀπὸ τὴ χώρα του. Ἔστειλε καὶ κάλεσε κοντά του ἀπὸ τὸν Εὐφράτη ποταμὸ
τὸν μεγάλο μάντη Βαλαὰμ καὶ μὲ τὴν ὑπόσχεση μεγάλης ἀμοιβῆς τοῦ ζήτησε
νὰ καταρασθεῖ τοὺς Ἰσραηλίτες.
Μετὰ
ἀπὸ ἕνα περιπετειῶδες ταξίδι, κατὰ τὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς χρησιμοποίησε
ἀκόμα καὶ τὸ γαϊδούρι τοῦ Βαλαὰμ γιὰ νὰ τὸν νουθετήσει, ὁ μάντης ἔφτασε
στὸν βασιλιὰ τῆς Μωάβ, μὲ ρητὴ ἐντολή ἀπὸ τὸν Θεό, νὰ πεῖ μόνο ὅ,τι Αὐτὸς θὰ τοῦ ἔβαζε στὸ στόμα του.
Ἀφοῦ πρόσφερε θυσίες στὸ εἴδωλο τοῦ
Βάαλ ποὺ λατρευόταν ἀπὸ τοὺς Μωαβίτες, ἄνοιξε τὸ στόμα του καὶ εὐλόγησε
τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, παρὰ τὴν ἐπίμονη αἴτηση τοῦ Βαλὰκ νὰ τὸν καταρασθεῖ.
Τρεῖς φορὲς σὲ τρία διαφορετικὰ μέρη προσφέρθηκαν θυσίες γιὰ τὸν ἴδιο
σκοπό, μὰ καὶ τὶς τρεῖς ὁ Βαλαὰμ ἀνοίγοντας τὸ στόμα του, παρὰ τὴν ὀργὴ
τοῦ Βαλάκ, εὐλογοῦσε, ἀντὶ νὰ καταριέται, τοὺς Ἰσραηλίτες.
Ἀπογοητευμένος οἰκτρὰ ὁ Βαλάκ, χτυπώντας
μὲ φοβερὸ θυμὸ τὰ χέρια του, ἐξαπέστειλε τὸν μάντη στὴ χώρα του, χωρὶς
νὰ τοῦ δώσει τίποτα. Μὰ ὁ Βαλαὰμ πρὶν φύγει τοῦ ἔδωσε τὴ χαριστικὴ
βολὴ μὲ μία ἐπιπλέον βαρυσήμαντη προφητεία:
«“Ἄστρον
ἀνατελεῖ ἐξ Ἰακώβ…” Σοῦ ἀναγγέλλω κάποιον, ποὺ τώρα βέβαια δὲν ἦρθε
ἀκόμα. Τὸν μακαρίζω, ἂν καὶ εἶναι μακριά μας. Θὰ ἀνατείλει ἄστρο ἀπ’
τοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰακὼβ καὶ θὰ φανερωθεῖ ἄνθρωπος ἀπ’ τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ,
ὁ ὁποῖος θὰ συντρίψει τοὺς ἀρχηγοὺς τῆς Μωὰβ καὶ θὰ λαφυραγωγήσει ὅλους
τοὺς ἀπογόνους τοῦ Σὴθ» (Ἀριθμ. 24, 17).
Ἡ Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ οἱ Ἑβραῖοι θεώρησαν
τὴν προφητεία αὐτὴ ὡς ἀναγγελία τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, εἴδηση
γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία.
Στὸν
κανόνα τῶν Χριστουγέννων ἀναφέρεται ἀκριβῶς τὸ γεγονὸς αὐτό. Λέγει
τὸ β΄ τροπάριο τῆς δ΄ ᾠδῆς («Τοῦ μάντεως πάλαι Βαλαάμ»), ὅτι ὁ δεσπότης
Χριστὸς ἀνέτειλε ὡς ἀστέρας ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Ἰακὼβ καὶ γέμισε χαρὰ
τοὺς σοφοὺς ἐκείνους πού, ἔχοντας ὑπ’ ὄψη τους τὰ λόγια τοῦ Βαλαάμ, παρατηροῦσαν
προσεκτικὰ τὰ ἄστρα γιὰ τὴν ἐπαλήθευσή τους. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅταν εἶδαν
τὸν ἀστέρα στὸν οὐρανό, τὸ σημεῖο ποὺ τοὺς παρέπεμπε στὸ λαμπρὸ ἄστρο
τοῦ Χριστοῦ, στὸν νοητὸ ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, «ἐχάρησαν χαρὰν μεγάλην
σφόδρα» (Ματθ. 2, 10).
Λέγει ἐπίσης τὸ τροπάριο, ὅτι ὁ Χριστὸς
δέχτηκε τοὺς σοφοὺς αὐτοὺς νὰ τὸν προσκυνήσουν καὶ νὰ τοῦ προσφέρουν τὰ
δῶρα τους, «χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν», γιατὶ αὐτοὶ ἀντιπροσώπευαν
τὰ ἔθνη ποὺ θὰ εἰσέρχονταν, ὡς νέος ἐκλεκτὸς λαός, στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἦταν ἡ ἀπαρχὴ τῶν ἐθνῶν. Ὅπως προσφέρονταν στὸν Θεὸ οἱ ἀπαρχὲς τῶν καρπῶν,
τὰ πρωτογεννήματα δηλ. ἀπὸ τὰ ἀμπέλια, τὰ χωράφια, τὰ πατητήρια καὶ
τὰ ἁλώνια (πρβλ. Ἐξ. 23, 16, Ἀριθμ. 18, 12-13), ἔτσι καὶ οἱ τρεῖς σοφοὶ μάγοι
ἔγιναν δεκτοὶ ὡς ἐμπροσθοφυλακὴ τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη θὰ
ἀποδέχονταν γιὰ Σωτήρα τους τὸν Χριστό.
Ὁ
Βαλαάμ, ἂν καὶ λάτρης τῶν εἰδώλων, εἶχε εὐχηθεῖ νὰ συγκαταριθμηθεῖ
μετὰ τὸν θάνατό του μεταξὺ τῶν δικαίων τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ (Ἀριθμ.
23, 10).
Ἐσένα
καὶ ἐμένα τί μᾶς ἐμποδίζει νὰ ὁμολογήσουμε μοναδικό μας Σωτήρα τὸν
Κύριό μας Ιησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ συγκαταλεχθοῦμε στὸν νέο ἐκλεκτὸ λαό
του, ποὺ ἁγία ἀπαρχή του ἀποτέλεσαν «οἱ ἀκριβεῖς γνῶστες τῶν λόγων τοῦ
Βαλαὰμ σοφοὶ ἐκεῖνοι μελετητὲς τῶν ἄστρων»;
(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 365, Δεκ.
2013)