Στήν Ἐκκλησία μας ποτέ δέν μετροῦσαν τά κοσμικῆς τάξεως προσόντα τῶν ὑποψηφίων ἱερέων. Οἱ περισσότεροι Ἅγιοι ἱερεῖς τῶν ἡμερῶν μας ἦταν παπάδες ὀλιγογράμματοι ἤ τέλος πάντων χωρίς τίτλους ἀκαδημαϊκῶν σπουδῶν.
Συνεπῶς, γιά τίς σημερινές ἀνάγκες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἄς μή μιλᾶμε γιά παπάδες ‘’προσοντούχους’’ καί ‘’μή προσοντούχους’’. Γιά παπάδες πτυχιούχους ἀνωτάτων σχολῶν καί γιά παπάδες τοῦ δημοτικοῦ. Καλύτερα νά μιλᾶμε ἁπλά καί μόνον γιά ἱερεῖς ἀξίους τῆς ἱερωσύνης. Μέ λιγοστά γράμματα ἐνδεχομένως, ἀλλά ἀξίους. Νά πληροῦν, δηλαδή, ὅλες τίς ἱεροκανονικές προϋποθέσεις ἱερωσύνης καί νά ἀγωνίζονται φιλότιμα στον στῖβο τῆς πνευματικῆς ζωῆς μιμούμενοι ἁγίους προκατόχους τους. Ὅπως ἔλεγε καί ὁ μακαριστός π. Ἰωάννης Ρωμανίδης, νά εἶναι οἱ ἴδιοι θεραπευμένοι, ὥστε νά μποροῦν νά θεραπεύσουν καί τούς ἄλλους.
Στό ἐρώτημα, κατά πόσον ἐντελῶς ἀπροϋπόθετα μπορεῖ ὁ ὁποιοσδήποτε νά γίνει ἱερεύς, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἀπαντᾶ μονολεκτικά καί ἁπόλυτα: Ὄχι. Ἀπροϋπόθετα δέν μπορεῖ κανένας νά γίνει παπάς.
Συνοδικῶς οἱ ἅγιοι Πατέρες καί θεοπνεύστως ἑρμηνεύοντας τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ξεκαθάρισαν λεπτομερῶς τίς προϋποθέσεις ἱερωσύνης καί ὥρισαν μέ σαφήνεια καί ἀκρίβεια τά λεγόμενα ‘’κωλύματα ἱερωσύνης’’. Δηλαδή, ποιά ἁμαρτήματα, ἀκόμα καί μετά ἀπό εἰλικρινή μετάνοια, στέκονται ἀξεπέραστα ἐμπόδια στό νά γίνει κάποιος παπάς (πορνεία, μοιχεία, τοκογλυφία, μαγεία, φόνος, δεύτερος γάμος κ.α.).
Τά κωλύματα αὐτά περιγράφονται σέ Ἱερούς Κανόνες, τοὐτέστιν ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων, οἱ ὁποῖοι Ἱεροί Κανόνες δέν ἐπιδέχονται καμμία ἁπολύτως οἰκονομία ἤ παραχώρηση. Μέ ἄλλα λόγια, ἐάν κάποιος ὑποψήφιος πρός ἱερωσύνη παρουσιάζει ἔστω καί ἕνα κώλυμα, δύναται μέν ἐν μετανοίᾳ νά γίνει τό πολύ-πολύ μοναχός, ἀλλά ἱερεύς δέν μπορεῖ νά γίνει.
Ἀπό τό πρῶτο κι ὅλας βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀποκαλύπτεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό, ἀπό ποιούς καί ὑπό ποιές προϋποθέσεις κάνει τίς θυσίες δεκτές.
Θυσία προσέφεραν καί ὁ Κάϊν καί ὁ Ἄβελ. Ὁ Θεός, ὅμως, τήν θυσία τοῦ Κάϊν δέν τήν ἔκανε δεκτή. Δέχθηκε μονάχα τήν θυσία τοῦ Ἄβελ, δείχνοντάς μας ἔτσι τό θέλημά του: Ὀποιαδήποτε προσφορά, ὁποιαδήποτε ἀφιέρωση στον Θεό (ὅπως ὁ ἱερέας), ὀφείλει νά εἶναι ἐκλεκτή καί ὄχι ἁπλά ἀνεκτή.
Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία μας θέλει τό σκεῦος τῆς προσφορᾶς (τόν ἱερέα), καί στήν ψυχή καί στό σῶμα ἀκέραιο καί ἀρραγές.
Προφήτευε ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: Ἔρχονται καιροί, πού θά ψάχνετε γιά νά βρῆτε παπᾶ. Τό ἔλεγε, ὄχι βέβαια γιατί θά λείπουν οἱ ρασοφόροι, ἀλλά, γιατί θά εἶναι λιγοστοί οἱ ἄξιοι.
Ἄς εἶναι λοιπόν οἱ ἱερεῖς μας ὀλιγάριθμοι, δέν πειράζει. Νά εἶναι, ὅμως, κατά πῶς ὥρισαν θεοπνεύστως οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας: Ἄξιοι.
Ἄς εἶναι ὀλιγογράμματοι, ἄς εἶναι ἁπλοϊκοί. Τί ἦταν ἄλλωστε οἱ μαθητές τοῦ Κυρίου;
Ἡ Ἐκκλησία μας, πού εἶναι θεραπευτήριο μέγα καί μοναδικό, τούς θέλει ἰατρούς. Τούς θέλει θεούμενους, γιά νά μποροῦν καί ἐκεῖνοι μέ τήν σειρά τους νά ὁδηγοῦν στήν θέωση τά ἀδέλφια τους, τό ποίμνιό τους.
ΦΩΤΗΣ ΜΙΧΑΗΛ
ΙΑΤΡΟΣ
22.7.2019