Κάποτε ο πατήρ Ζαχαρίας, υποτακτικός του Αββά Σιλουανού πήγε στο κελλί του Γέροντός του για να πάρει ευλογία για κάποιο διακόνημα.
Κτύπησε την πόρτα κι
επειδή δεν έπαιρνε απάντηση, άνοιξε λίγο να δει αν ήτο μέσα.
Είδε τότε τον όσιο Γέροντα του λουσμένο μέσα σε Φως και σε κατάσταση θεϊκής εκστάσεως να προσεύχεται με τα χέρια υψωμένα. Έφυγε αθόρυβα χωρίς να τον ενοχλήσει.
Όταν το μεσημέρι
ξαναπήγε στο κελλί, τον βρήκε στην ίδια ολόλαμπρη στάση. Το ίδιο και το
απόγευμα. Το βράδυ, αφού ήδη είχαν περάσει δέκα ώρες είδε τον Γέροντά του
καθισμένο σ΄ ένα σκαμνάκι με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος, απορροφημένο ποιός
ξέρει σε τί ουράνιες σκέψεις !
-Τί σου συνέβη σήμερα
Αββά ; ρώτησε ο π. Ζαχαρίας.
-Μιά μικρή αδιαθεσία,
μην ανησυχείς, είπεν ο Όσιος.
Ο υποτακτικός όμως
ύστερα απ΄ όσα είδε με τα μάτια του όχι μόνο δεν πείσθηκε, αλλά γονάτισε
μπροστά στον Γέροντά του και θερμοπαρακαλώντας τον είπε :
Δεν θα σηκωθώ από δω
Αββά και πατέρα μου, αν δεν μου φανερώσεις όσα σήμερα σου αποκάλυψε ο Θεός!!!
Τότε εκείνος ομολόγησε
με πολλή ταπείνωση το πώς ο νους του ηρπάγη σε θεωρία και "είδε" την
δόξα του εν Τριάδι Θεού, όσο η θεία Χάρις ηυδόκησε να του αποκαλύψει.ΠΗΓΗ :
ΧΑΜΠΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΣ ΗΓΟΥΜΕΝΗΣ, ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1966, σελ. 105.
tribonio.blogspot.com